Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017 (Θεραπεία
τῆς θυγατρὸς τῆς Χαναναίας) - ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 21-28
Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη
Τύρου καὶ Σιδῶνος. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα
ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα· Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς
δαιμονίζεται. Ο δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ
ἠρώτουν αὐτὸν λέγοντες· Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. Ο δὲ
ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ.
Η δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. Ο δὲ ἀποκριθεὶς
εἶπεν· Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. Η
δὲ εἶπε· Ναί, Κύριε, καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ
τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· Ὦ γύναι,
μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς
ὥρας ἐκείνης.
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
Αναχωρήσας δε από εκεί ο Ιησούς επήγε εις τα μέρη Τυρου και Σιδώνος. Και ιδού μία γυναίκα Χαναναία, εβγήκε από τα όρια της περιοχής εκείνης και με μεγάλην κραυγήν του έλεγεν· “ελέησέ με, Κυριε υιέ του Δαυΐδ· η κόρη μου βασανίζεται φρικτά από πονηρόν δαιμόνιον”. Εκείνος δε δεν της είπε ούτε μίαν λέξιν εις απάντησιν. Προσήλθαν προς αυτόν οι μαθηταί του και τον παρακαλούσαν, λέγοντες· “άκουσε την παράκλησίν της, λυπήσου την, κάμε της αυτό που με τόσον σπαραγμόν σου ζητεί, και άφησέ την να φύγη, διότι μας ακολουθεί από κοντά και κράζει”. Εκείνος απήντησε· “δεν έχω σταλή παρά μόνον για τα χαμένα πρόβατα του Ισραηλιτικού λαού”. Αυτή δε ήλθε τότε εμπρός στον Ιησούν, εγονάτισε με ευλάβειαν και είπε· “Κυριε, βοήθησέ με”. Εκείνος απήντησε και είπε· “δεν είναι καλόν να πάρη κανείς το ψωμί από τα τέκνα του και να το ρίψη εις τα σκυλάκια”. Εκείνη δε είπε· “ναι, Κυριε, σωστό είναι αυτό· αλλά και τα σκυλάκια τρώγουν από τα ψίχουλα, που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων των”. Όταν δε ο Ιησούς ήκουσε αυτούς τους γεμάτους πίστιν και ταπείνωσιν λόγους, είπε· “ω γύναι, μεγάλη είναι η πίστις σου! Ας γίνη προς χάριν σου, όπως ακριβώς θέλεις”. Και εθεραπεύθη η κόρη της από την στιγμήν εκείνην.
«Ὦ γύναι, μεγάλη
σου ἡ πίστις!»
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα εἴδαμε μιὰ πονεμένη μητέρα νὰ ζητᾶ ἐπίμονα
ἀπὸ τὸν Κύριο τὴ θεραπεία τῆς δαιμονισμένης κόρης της. Ὁ Κύριος τὴ θεράπευσε ὄχι
ἀμέσως, ἀλλὰ ἀφοῦ δοκίμασε τὴν πίστη τῆς μητέρας. Ἡ δυνατὴ πίστη τῆς Χαναναίας μᾶς
δίνει τὴν ἀφορμὴ νὰ δοῦμε σήμερα τί εἶναι ἡ πίστη καὶ πῶς μποροῦμε νὰ τὴν ἀποκτήσουμε.
1. Τί εἶναι «πίστη»
Πιστεύω δὲν σημαίνει ἁπλῶς δέχομαι ὅτι ὑπάρχει Θεός· διότι ὑπάρχουν ἄνθρωποι
ποὺ παραδέχονται ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἐπηρεάζει τὴ ζωή τους. Ζοῦν μέσα
στὴν ἁμαρτία. Ἡ πίστη τους εἶναι νεκρὴ γνώση. Καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει
Θεός, σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, καὶ τρέμουν μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο
Του (βλ. Ἰακ. β´ 19), ἀλλὰ δὲν μετανοοῦν.
Τότε τί εἶναι «πίστη»; Εἶναι ἡ ἐμπιστοσύνη. Πιστεύω ἀληθινὰ στὸ Θεὸ σημαίνει:
Τὸν ἐμπιστεύομαι μὲ ὅλη μου τὴν καρδιά. Σὲ τί Τὸν ἐμπιστεύομαι; Δείχνω πίστη στὸ
λόγο Του, στὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν Ἱερὰ Παράδοση.
Ἀποδέχομαι τὰ Ὀρθόδοξα δόγματα. Δέχομαι ὁλόψυχα τὶς ἐντολές Του καὶ ἀγωνίζομαι
νὰ τὶς ἐφαρμόσω, διότι εἶμαι βέβαιος ὅτι ἂν τὶς ἐφαρμόσω, θὰ γίνω εὐτυχισμένος.
Ἀναγνωρίζω δηλαδὴ τὸν Θεὸ ὡς Κύριό μου, ἀλάνθαστο καθοδηγό μου, στὸν Ὁποῖο ὀφείλω
τέλεια ὑπακοή.
Σημαίνει ἀκόμη: Ἔχω ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοιά Του. Πιστεύω ὅτι ἀγαπάει ὅλα
τὰ δημιουργήματά Του καὶ φροντίζει γι᾿ αὐτά. Φροντίζει μὲ τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του·
μὲ τὴν πανσοφία Του, καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν κάνει ποτὲ λάθος· μὲ τὴν παντοδυναμία Του,
καὶ γι᾿ αὐτὸ μπορεῖ τὰ πάντα. Φροντίζει καὶ γιὰ μένα. Μοῦ δίνει ὅ,τι ἔχω ἀνάγκη.
Δὲν θὰ μοῦ στερήσει τίποτε. Δὲν θὰ μὲ ἐγκαταλείψει ποτέ. Δὲν θὰ ἐπιτρέψει νὰ δοκιμάσω
πειρασμὸ μεγαλύτερο ἀπὸ τὶς δυνάμεις μου· τὶς θλίψεις ποὺ μοῦ συμβαίνουν, τὶς ἐπιτρέπει
γιὰ τὸν ἐξαγιασμό μου. Εἶναι ὁ Πατέρας μου.
2. Πῶς θὰ ἀποκτήσουμε
πίστη
Ἡ πίστη εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Νὰ τὴ ζητοῦμε στὴν προσευχή μας. Οἱ ἅγιοι
Ἀπόστολοι εἶπαν κάποτε στὸν Κύριο: «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν» (Λουκ. ιζ´ [17] 5). Κύριε,
πρόσθεσέ μας πίστη. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ποὺ τὰ ἄφησαν ὅλα γιὰ τὸν Χριστό, αἰσθάνονταν
ἐλλιπὴ τὴν πίστη τους – πόσο μᾶλλον ἐμεῖς; Νὰ ζητοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ αὐξάνει
καὶ νὰ στερεώνει τὴν πίστη μας.
Ἐπίσης νὰ καλλιεργοῦμε σκέψεις πίστεως. Π.χ. ἀνοίγουμε τὴν Καινὴ Διαθήκη
γιὰ νὰ μελετήσουμε. Νὰ σκεφτόμαστε: «Τώρα θ᾿ ἀκούσω τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι
ὅλα ἀλήθεια. Νὰ τὰ κλείσω μέσα στὴν καρδιά μου». Πηγαίνουμε στὴ θεία Λειτουργία·
ἂς λέμε: «Τώρα πάω νὰ παρουσιασθῶ μπροστὰ στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ Τὸν λατρεύσω».
Ἐπιπλέον ἂς μελετοῦμε τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς μας. Ὑπῆρξαν περιστάσεις κατὰ τὶς
ὁποῖες ὁλοφάνερα ὁ Θεὸς μᾶς προστάτευσε ἀπὸ κινδύνους, ἀπάντησε μὲ τρόπο φανερὸ
στὶς προσευχές μας, ἔδωσε λύση στὰ προβλήματά μας. Ὅταν θυμόμαστε τὴν Πρόνοια τοῦ
Θεοῦ στὴ ζωή μας, ἐνισχυόμαστε στὴν πίστη.
Τέλος, θὰ ἀποκτοῦμε πίστη, ὅταν ἐφαρμόζουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ· ἐνῶ ἀντίθετα,
ἡ πίστη μας κλονίζεται, ὅταν ἐπιμένουμε στὴν ἁμαρτία. Ὅσο ἐφαρμόζουμε τὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ, τόσο καθαρίζεται ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ὅσο πιὸ καθαρὴ καρδιὰ ἔχουμε,
τόσο πιὸ πολὺ αἰσθανόμαστε τὸν Θεὸ στὴ ζωή μας, τὴν παρουσία Του, τὴν ἀγάπη Του.
Διότι εἶπε ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται»
(Ματθ. ε´ 8).
Ἡ Χαναναία τῆς σημερινῆς περικοπῆς μᾶς δίνει μάθημα πίστεως. Τί ἦταν αὐτὴ
ἡ γυναίκα; Εἰδωλολάτρισσα, ἀβάπτιστη καὶ ἀφώτιστη. Καὶ ὅμως εἶχε δυνατὴ πίστη, χάρη
στὴν ὁποία ὁ Κύριος ἱκανοποίησε τὸ αἴτημά της. Ἐμεῖς τί εἴμαστε; Εἴμαστε Ὀρθόδοξοι
Χριστιανοί, ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία Του καὶ ἀπολαμβάνουμε τόσες εὐεργεσίες. Δὲν
ἐπιτρέπεται νὰ ἔχουμε ἄτονη πίστη. Ἂς δώσουμε ἐπιτέλους ὅλη μας τὴν ἐμπιστοσύνη
στὸ Θεό. Ἂς προσευχόμαστε μὲ πίστη, ἂς Τὸν λατρεύουμε μὲ πίστη. Ἂς ζοῦμε μὲ ἀκλόνητη
πίστη στὸ ἔλεος καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μιὰ τέτοια πίστη ἑλκύει τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ
καὶ θαυματουργεῖ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου