5 Ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀ-βιά, καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ ἐκ τῶν θυγατέρων Ἀαρών, καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς Ἐλισάβετ. 6 ἦσαν δὲ δίκαιοι ἀμφότεροι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πορευόμενοι ἐν πάσαις ταῖς ἐντολαῖς καὶ δικαιώμασι τοῦ Κυρίου ἄμεμπτοι. 7 καὶ οὐκ ἦν αὐτοῖς τέκνον, καθότι ἡ Ἐλισάβετ ἦν στεῖρα, καὶ ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν ἦσαν. 8 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἱερατεύειν αὐτὸν ἐν τῇ τάξει τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ ἔναντι τοῦ Θεοῦ, 9 κατὰ τὸ ἔθος τῆς ἱερατείας ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι εἰσελθὼν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Κυρίου·
10 καὶ πᾶν τὸ πλῆθος ἦν τοῦ λαοῦ προσευχόμενον ἔξω τῇ ὥρᾳ τοῦ θυμιάματος. 11 ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἑστὼς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. 12 καὶ ἐταράχθη Ζαχαρίας ἰδών, καὶ φόβος ἐπέπεσεν ἐπ᾿ αὐτόν. 13 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος· μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία· διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην· 14 καὶ ἔσται χαρά σοι καὶ ἀγαλλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῇ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται. 15 ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ πίῃ, καὶ Πνεύματος Ἁγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ, 16 καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν· 17 καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει Ἠλιού, ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων ἐπὶ τέκνα καὶ ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων, ἑτοιμάσαι Κυρίῳ λαὸν κατεσκευασμένον. 18 καὶ εἶπε Ζαχαρίας πρὸς τὸν ἄγγελον· κατὰ τί γνώσομαι τοῦτο; ἐγὼ γάρ εἰμι πρεσβύτης καὶ ἡ γυνή μου προβεβηκυῖα ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῆς. 19 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῷ· ἐγώ εἰμι Γαβριὴλ ὁ παρεστηκὼς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπεστάλην λαλῆσαι πρός σε καὶ εὐαγγελίσασθαί σοι ταῦτα· 20 καὶ ἰδοὺ ἔσῃ σιωπῶν καὶ μὴ δυνάμενος λαλῆσαι ἄχρι ἧς ἡμέρας γένηται ταῦτα, ἀνθ᾿ ὧν οὐκ ἐπίστευσας τοῖς λόγοις μου, οἵτινες πληρωθήσονται εἰς τὸν καιρὸν αὐτῶν. 21 καὶ ἦν ὁ λαὸς προσδοκῶν τὸν Ζαχαρίαν, καὶ ἐθαύμαζον ἐν τῷ χρονίζειν αὐτὸν ἐν τῷ ναῷ. 22 ἐξελθὼν δὲ οὐκ ἠδύνατο λαλῆσαι αὐτοῖς, καὶ ἐπέγνωσαν ὅτι ὀπτασίαν ἑώρακεν ἐν τῷ ναῷ· καὶ αὐτὸς ἦν διανεύων αὐτοῖς, καὶ διέμενε κωφός. 23 καὶ ἐγένετο ὡς ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τῆς λειτουργίας αὐτοῦ, ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 24 Μετὰ δὲ ταύτας τὰς ἡμέρας συνέλαβεν Ἐλισάβετ ἡ γυνὴ αὐτοῦ, καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας πέντε, 25 λέγουσα ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἡμέ-ραις αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τὸ ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
5 Τήν ἐποχή πού στήν Ἰουδαία ἦταν βασιλιάς ὁ Ἡρώδης, ζοῦσε κάποιος ἱερεύς πού λεγόταν Ζαχαρίας, ἀπό τήν τάξη τῶν λειτουργῶν τοῦ ναοῦ ἡ ὁποία καταγόταν ἀπό τόν ἱερέα Ἀβιά. Καί ἡ γυναίκα του ἦταν ἀπό τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀαρών, καί τό ὄνομά της ἦταν Ἐλισάβετ. 6 Καί οἱ δύο ἦταν ἐνάρετοι ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐρευνᾶ καί γνωρίζει τίς καρδιές ὅλων, καί πορεύονταν σύμφωνα μέ ὅλες γενικά τίς ἐντολές καί τά παραγγέλματα τοῦ Κυρίου. Ἦταν ἄμεμπτοι σέ ὅλα καί ἐλεύθεροι ἀπό κάθε σοβαρή παρεκτροπή. 7 Δέν εἶχαν ὅμως παιδί, διότι ἡ Ἐλισάβετ ἦταν στείρα.Καί ἐπιπλέον βρίσκονταν καί οἱ δύο σέ ἀρκετά προχωρημένη ἡλικία. 8 Ὅταν λοιπόν ἦρθε ἡ σειρά νά ἐφημερεύσει ἡ τάξη καί ἡ οἰκογένεια τῶν ἱερέων στήν ὁποία ἀνῆκε ὁ Ζαχαρίας, κι ἐνῶ αὐτός τελοῦσε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τήν ἱερατική του λειτουργία, συνέβη τό ἑξῆς: 9 Σύμφωνα μέ τή συνήθεια πού ἐπικρατοῦσε τότε στό ἱερατεῖο, νά ἐκλέγεται δηλαδή μέ κλῆρο ὁ ἱερεύς πού θά πρόσφερε τό θυμίαμα, ἔπεσε στόν Ζαχαρία ὁ κλῆρος νά μπεῖ στό ναό τοῦ Κυρίου καί νά προσφέρει θυμίαμα στό θυσιαστήριο τῶν θυμιαμάτων. 10 Στό μεταξύ ὅλο τό πλῆθος τοῦ λαοῦ βρισκόταν συναθροισμένο καί προσευχόταν ἔξω, στό προαύλιο τοῦ ναοῦ, τήν ὥρα πού καιγόταν τό θυμίαμα. 11 Τότε τοῦ ἐμφανίστηκε ἄγγελος Κυρίου, ὁ ὁποῖος στεκόταν στά δεξιά τοῦ θυσιαστηρίου, πάνω στό ὁποῖο καιγόταν τό θυμίαμα. 12 Κι ὅταν τόν εἶδε ὁ Ζαχαρίας, ταράχθηκε καί κυριεύθηκε ἀπό φόβο. 13 Ὁ ἄγγελος ὅμως τοῦ εἶπε: Μή φοβᾶσαι, Ζαχαρία, ἀλλά νά χαίρεσαι, διότι εἰσακούσθηκε ἀπό τόν Θεό ἡ δέησή σου πού πολλές φορές ἕως τώρα ἔκανες. Ἡ γυναίκα σου ἡ Ἐλισάβετ θά σοῦ γεννήσει ἕνα ἀγόρι, καί θά τοῦ δώσεις τό ὄνομα Ἰωάννης. 14 Θά νιώσεις χαρά καί ἀγαλλίαση· καί πολλοί, ὅταν θ’ ἀκούσουν τό προφητικό κήρυγμά του, θά χαροῦν γιά τή γέννησή του. 15 Ἡ γέννησή του θά φέρει τόση μεγάλη χαρά, διότι ὁ ἄνθρωπος αὐτός θά εἶναι πραγματικά μεγάλος καί ἀναγνωρισμένος ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο. Δέν θά πιεῖ κρασί ἤ ἄλλο μεθυστικό ποτό. Καί θά εἶναι γεμάτος μέ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό τόν καιρό ἀκόμη πού θά εἶναι στήν κοιλιά τῆς μητέρας του. 16 Καί θά κάνει πολλούς ἀπ’ τούς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραήλ πού ἔχουν ἀποπλανηθεῖ καί ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν Θεό μέ τίς ἁμαρτίες τους νά ἐπιστρέψουν μέ τή μετάνοια στόν ἐνανθρωπήσαντα Κύριο, τόν Θεό τους. 17 Αὐτός θά προπορευθεῖ ἀπό τήν ἔλευση τοῦ Θεανθρώπου Μεσσία ἔχοντας τό ἴδιο προφητικό χάρισμα τοῦ Πνεύματος καί τήν ἴδια παρρησία καί δυναμική δράση πού εἶχε καί ὁ Ἠλίας. Καί θά τά χρησιμοποιεῖ αὐτά γιά νά ξαναγυρίσει στά παιδιά τίς καρδιές τῶν πατέρων πού ψυχράνθηκαν καί ἔχασαν κι αὐτή τή φυσική τους στοργή, καί νά θερμάνει ἔτσι καί νά σφίξει στενότερα τούς οἰκογενειακούς δεσμούς· κι ἀκόμη γιά νά ἐπαναφέρει τούς ἀπείθαρχους καί δύστροπους καί νά τούς κάνει νά ἀποκτήσουν τίς σκέψεις καί τό φρόνημα τῶν δικαίων καί νά γίνουν ἐνάρετοι. Καί ἔτσι νά ἑτοιμάσει γιά τόν Κύριο ἕνα λαό θρησκευτικῶς καί ἠθικῶς προετοιμασμένο νά τόν ὑποδεχθεῖ καί νά τόν ἐγκολπωθεῖ ὡς Σωτήρα του. 18 Εἶπε τότε ὁ Ζαχαρίας στόν ἄγγελο: Μέ ποιό σημάδι θά βεβαιωθῶ γι’ αὐτό πού μοῦ λές; Αὐτό μοῦ φαίνεται ἀπίθανο καί ἀπίστευτο, διότι ἐγώ εἶμαι γέρος καί ἡ γυναίκα μου εἶναι περασμένης ἡλικίας. 19 Τότε ὁ ἄγγελος τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἐγώ εἶμαι ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, πού παραστέκομαι μπροστά στό Θεό γιά νά τόν ὑπηρετῶ μαζί μέ τούς ἄλλους ἀρχαγγέλους του. Καί μέ ἔστειλε ὁ Θεός νά σοῦ μιλήσω καί νά σοῦ φέρω τή χαρμόσυνη αὐτή εἴδηση. 20 Ἀλλά ἀφοῦ ζητᾶς σημάδι, ἰδού τό ἔχεις, ὄχι ὅμως ὅπως τό θέλεις: Θά χάσεις τή λαλιά σου καί δέν θά μπορεῖς νά μιλήσεις μέχρι τήν ἡμέρα πού θά γίνουν αὐτά, δηλαδή μέχρι τή γέννηση τοῦ παιδιοῦ καί τήν ὀνομασία του. Θά ἔχεις τήν τιμωρία αὐτή, ἐπειδή δέν πίστεψες στά λόγια μου, τά ὁποῖα θά πραγματοποιηθοῦν ὁλοκληρωτικά στήν ὥρα τους. 21 Ὁ λαός στό μεταξύ ἐξακολουθοῦσε νά περιμένει τόν Ζαχαρία. Κι ὅλοι ἀποροῦσαν, γιατί αὐτός ἔμενε πολλή ὥρα μέσα στό ναό κι ἀργοῦσε νά βγεῖ. 22 Ἀλλά κι ὅταν βγῆκε ἀπό τό θυσιαστήριο, δέν μποροῦσε νά τούς μιλήσει καί ν’ ἀπαντήσει σ’ ὅσους τόν ρωτοῦσαν γιά τήν ἀργοπορία του. Καί κατάλαβαν ὅτι μέσα στό ναό εἶχε δεῖ κάποια ὀπτασία. Κι αὐτός ἐξακολουθοῦσε νά συνεννοεῖται μ’ αὐτούς μέ νεύματα, καί παρέμενε κουφός καί ἄλαλος. 23 Κι ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος ἐκείνης πού εἶχε τό καθῆκον νά λειτουργεῖ στό ναό, ἔφυγε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα καί πῆγε στό σπίτι του. 24 Ὕστερα λοιπόν ἀπό τίς ἡμέρες αὐτές ἔμεινε ἔγκυος ἡ σύζυγός του ἡ Ἐλισάβετ, καί ἐπί πέντε μῆνες ἀπό συστολή ἔκρυβε μέ ἐπιμέλεια τήν ἐγκυμοσύνη της. 25 Ὅταν ὅμως πλέον δέν μποροῦσε νά κρυφτεῖ, ἔλεγε σ’ αὐτούς πού ἤθελαν νά τήν συγχαροῦν: μοῦ ἔκανε αὐτό τό καλό ὁ Θεός ἔτσι, σέ περασμένη ἡλικία, τίς ἡμέρες αὐτές πού ἐπέβλεψε μέ εὐμένεια σέ μένα γιά νά μοῦ ἀφαιρέσει τή ντροπή πού ἔνιωθα ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ἐξαιτίας τῆς στειρότητας καί τῆς ἀτεκνίας μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου